Μοιάζει όνειρο ζωής για κάθε «εκκολαπτόμενο» Πορτογάλο κόουτς. Τέτοιο θα ‘ταν μάλλον και για τον ίδιο, από τη στιγμή που όχι μόνο γεννήθηκε στην πόλη που εδρεύει ο σύλλογος, αλλά σαν μικρό παιδάκι είχε περάσει κι απ’ τις ακαδημίες του. Ωστόσο, από την Παρασκευή κι εντεύθεν δεν πρόκειται πια για όνειρο αλλά για την πραγματικότητα, όσο έκπληκτο κι αν άφησε η είδηση αυτή ακόμα και τον ίδιο τον Σίλας. Ποιος να του το ‘λεγε και του ιδίου πριν από λίγες εβδομάδες, ποιος όμως να μας το ‘λεγε κι εμάς ότι ένα παιδί… δικό μας, που για δυόμιση χρόνια έβγαζε το ψωμί του στην Κύπρο ως ποδοσφαιριστής, θα καθόταν στον πάγκο ενός συλλόγου-κολοσσού όπως η Σπόρτινγκ Λισαβόνας, τόσο σύντομα μετά το ξεκίνημα της προπονητικής του καριέρας.
Ο Σίλας ήρθε στην ΑΕΛ τον Γενάρη του 2011 έχοντας ένα βιογραφικό που δεν έκανε «μπαμ», ήταν όμως, αν μη τι άλλο, αξιοπρόσεκτο. Κάποτε, άλλωστε, η αγγλική Γουλβς είχε δαπανήσει 1 εκ. λίρες για να τον πάρει, δίνοντάς του την ευκαιρία να ζήσει την εμπειρία της Πρέμιερ Λιγκ έστω κι αν η παρουσία του στο κορυφαίο πρωτάθλημα του κόσμου περιορίστηκε σε μόνο εννέα εμφανίσεις.
Το timing του ερχομού του στην Κύπρο, ωστόσο, ήταν άσχημο, αφού τον πήρε κι αυτόν το ποτάμι της… επιζήμιας για τα μάτια, την καρδιά και τα νεύρα των φίλων της ομάδας πορεία της περιόδου 2010-11 που άρχισε με προσδοκίες για μεγάλα πράγματα, εκ διαμέτρου αντίθετα από την όγδοη θέση στην οποία τερμάτισε τελικά (εφτά μόλις βαθμούς πάνω από τη ζώνη του υποβιβασμού) στην κανονική διάρκεια του πρωταθλήματος. Κατά συνέπεια, δεν κατάφερε να κερδίσει τη γαλαζοκίτρινη κοινή γνώμη. Δεν τον βοηθούσε βέβαια κι ηλικία του. Έτοιμος να «πατήσει» τα 35, με το τέλος της σεζόν έμοιαζε ως ένας ακόμα από τους πολλούς που θα άδειαζαν τη γωνία, χωρίς να τον… πεθυμούσε κανένας στο μέλλον, για να χωρέσουν τα πολλά νέα πρόσωπα στην ολική ανοικοδόμηση που ετοίμαζε ο Πάμπος Χριστοδούλου.
Κι όμως… Ο Σίλας ήταν ένας από τους μόλις έξι που «επιβίωσαν» της εκκαθάρισης (Ντόσα Τζούνιορ, Ουόν, Ενρίκε, Μάριος Νικολάου και Πάρπας οι άλλοι πέντε). Κι ευτυχώς. Τόσο για την ομάδα του, την οποία, ως παίκτης κλάσης που ήταν (και μπορούσε πια να το αποδείξει σε «υγιείς» συνθήκες), βοήθησε σε πολύ μεγάλο βαθμό έχοντας βασικότατο ρόλο στο ροτέισιον (μέτρησε 30 συμμετοχές, οι 17 ως βασικός), όσο και για τον ίδιο, που είχε την ευκαιρία να πανηγυρίσει με τα γαλαζοκίτρινα τον πρώτο τίτλο της καριέρας του.
H επόμενη σεζόν δεν τον βρήκε στην ΑΕΛ. Τον βρήκε όμως να συνεχίζει στην Κύπρο, ακμαιότατος, παρότι βάδιζε προς τα 37 του. Αυτό το μαρτυρούν οι 31 (29 εκ των οποίων ως βασικός) συμμετοχές του στο πρωτάθλημα με τις φανέλες των ΑΕΠ και Εθνικού Άχνας. Ο επαναπατρισμός ήρθε ένα χρόνο αργότερα για λογαριασμό της Ατλέτικο Λισαβόνας κι ακολούθως τον κάλεσε στην Ινδία η NorthEast United, προτού αποσυρθεί το 2017 ως παίκτης της Κόβα Ντε Πιεντάντε, στα 41 του πλέον χρόνια.
Το γεγονός πως το κομμάτι της ζωής του εντός των τεσσάρων γραμμών τελείωσε, ωστόσο, δεν σήμαινε πως τελείωσε συνάμα και με τα του ποδοσφαίρου γενικότερα. Ο Σίλας αποφάσισε να το ρίξει στην προπονητική και τον Γενάρη του ‘18 βρήκε την πρώτη του δουλειά στον πάγκο της Μπελενένσες, αντικαθιστώντας τον γνωστό μας από την (πολύ, μα πολύ σύντομη είναι η αλήθεια) θητεία του στον ΑΠΟΕΛ, Ντομίνγκος Πασιένσια. H ομάδα που του παρέδωσε ο προκάτοχός του είχε να κερδίσει παραπάνω από δύο μήνες (έτρεχε ένα σερί οκτώ αγώνων πρωταθλήματος χωρίς τρίποντο) και μέχρι να μαζέψει την κατάσταση και να την οδηγήσει στον δρόμο των επιτυχιών χρειάστηκε να περάσει ένας ακόμα. Εν τέλει, η χρονιά ολοκληρώθηκε με την Μπελενένσες στη 12η θέση της βαθμολογίας και τον Σίλας να μετρά τέσσερις νίκες, έξι ισοπαλίες και ισάριθμες ήττες (9-10-15 ο συγκεντρωτικός απολογισμός της ομάδας στο πρωτάθλημα). Την επόμενη σεζόν την οδήγησε στην ένατη θέση (10-13-11 το ρεκόρ της), όμως ένα σερί τεσσάρων αναμετρήσεων χωρίς νίκη και γκολ υπέρ στο ξεκίνημα της φετινής χρονιάς έφερε την αποδέσμευσή του. Χαλάλι όμως. Ούτε ένας μήνας δεν πέρασε και δες τον πού κατέληξε…